Κύννα

Κύννα
Κύννᾱ , Κύννα
fem nom/voc/acc dual
Κύννα
fem nom/voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Κύννα ή Κυνάη — (; – 320 π.Χ.). Ετεροθαλής αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κόρη του Φιλίππου Β’ από την Ιλλυρίδα Αυδάτη. Παντρεύτηκε τον Αμύντα, γιο του Περδίκκα Γ’, όμως ο σύζυγός της συνωμότησε εναντίον του Αλεξάνδρου και εκτελέστηκε. Αργότερα ετοιμαζόταν να… …   Dictionary of Greek

  • Κύνναν — Κύννα fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύννης — Κύννα fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύννῃ — Κύννα fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Cynna — CYNNA, æ, Gr. Κύννα, ας, (⇒ Tab. XII.) eine der Amazonen, von welcher die Stadt Cynna, bey Heraklea, den Namen führete. Steph. Byz. in Κύννα …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • Αλκέτας — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Μακεδονίας, πατέρας του Αμύντα Α’ (6ος αι. π.Χ.). 2. Αδελφός του Περδίκκα B’ της Μακεδονίας (5ος αι. π.Χ.). Σκοτώθηκε με τον γιο του Αλέξανδρο, γιατί διεκδίκησε τον θρόνο. 3. Γιος του Ορόντη, αδελφός του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”